“ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΜΕΤΡΟ”, ΑΠΟ ΤΟ CINE ΔΡΑΣΗ, ΣΗΜΕΡΑ, ΣΤΟ ΤΥΠΕΤ ΣΤΑ ΒΡΙΛΗΣΣΙΑ

“Το Τελευταίο Μετρό” (Le Dernier Metro, the Last Metro), από το CINE ΔΡΑΣΗ, σήμερα, Τετάρτη 24 Μαΐου, ώρα 20.15, στο ΤΥΠΕΤ, στα Βριλήσσια.

Ένα λαμπρό δείγμα συνδυασμού ποιοτικού και εμπορικού κινηματογράφου, στο οποίο, σύμφωνα με τον Ζαν Λυκ Γκοντάρ, την ίδια στιγμή συνυπάρχουν η παρουσία με την απουσία, το κρυφό με το φανερό, η ευτυχία με την δυστυχία, το πρόσκαιρο με το εύθραυστο, το τρυφερό με το αψηλάφητο των ανθρώπινων σχέσεων.

Ένα σχόλιο για το προσωπικό και το συλλογικό, την Ιστορία και τις μικρές καθημερινές ιστορίες των ανθρώπων, το επάγγελμα του ηθοποιού, τηνπολύπλοκη αλληλεπίδραση θεάτρου-ζωής και φυσικά τον έρωτα, που υφαίνει τον συναισθηματικό ιστό της ταινίας.

Ο τίτλος «Τελευταίο μετρό» παραπέμπει στο γεγονός ότι στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, λόγω των αυστηρών περιορισμών κυκλοφορίας, όλες οι έξοδοι των Παριζιάνων, για δουλειά ή διασκέδαση, ήταν υποχρεωτικό να τελειώνουν σε εύλογη ώρα ώστε να τους δίνεται η δυνατότητα να προλάβουν το τελευταίο μετρό.

"Το Τελευταίο Μετρό" (Le Dernier Metro, the Last Metro), από το CINE ΔΡΑΣΗ, σήμερα, Τετάρτη 24 Μαΐου, στο ΤΥΠΕΤ, στα Βριλήσσια.

Επιπλέον αρκετοί πολίτες που αδυνατούσαν, στη διάρκεια αυτών των παγωμένων χειμώνων, να κρατήσουν τα σπίτια τους ζεστά, κατέφευγαν στα θερμαινόμενα θέατρα και παρακολουθούσαν τις παραστάσεις, συχνά και τις πρόβες, οι οποίες επίσης τελείωναν την προβλεπόμενη ώρα.

Παρίσι, 1942. Στην κατεχόμενη από τους Ναζί γαλλική πρωτεύουσα, η Μαριόν, μια πρώην κινηματογραφική σταρ και τώρα διάσημη ηθοποιός του γαλλικού μπουλβάρ, διευθύνει μόνη το θέατρο «Μονμάρτη», που ανήκει στο σκηνοθέτη σύζυγό της.

Αυτός, ένας Γερμανός Εβραίος, που εγκατέλειψε την πατρίδα του με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και βρήκε καταφύγιο στη Γαλλία, κρύβεται στο υπόγειο του θεάτρου, παρακολουθεί τα πάντα από έναν αεραγωγό και δίνει από εκεί σκηνοθετικές οδηγίες για το ανέβασμα των παραστάσεων.

Η Μαριόν για να αποφύγει τις ενοχλήσεις από τις κατοχικές αρχές διαδίδει ότι έχει διαφύγει στην Νότια Αμερική, ενώ για να κρατήσει το θέατρο ζωντανό και να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο της πτώχευσης προσπαθεί να ανεβάσει την παράσταση ενός νέου έργου με τίτλο «Οι εξαφανισμένοι».

Βοηθοί της μια αμπιγέρ διφορούμενης σεξουαλικότητας, κρυφά ερωτευμένη μαζί της, ένας αντισημίτης κριτικός, μια νεαρή γυναίκα που κάνει οτιδήποτε για μια θέση στο θέατρο, ένας διασκεδαστικός σκηνοθέτης κοκ. Καταλύτης για τις εξελίξεις θα είναι ο νεαρός και προικισμένος ηθοποιός Μπερνάρ, που συμμετέχει στην Αντίσταση.

Η πρόσληψη του στον θίασο για τις ανάγκες του έργου ανατρέπει τις ισορροπίες, αναστατώνει συναισθηματικά τη Μαριόν και επιφέρει απρόβλεπτες αλλαγές στη ζωή όλων.

Όλοι οι χαρακτήρες είναι τραγικοί ήρωες. Ηθοποιοί στο θέατρο και στην πραγματική ζωή σε ένα έργο -τον πόλεμο- που επιλέχτηκε χωρίς να ζητηθεί η γνώμη τους, εγκλωβισμένοι, κυριολεκτικά και μεταφορικά στο κτίριο του θεάτρου και στο «θέατρο» της ζωής, όπου στερούνται την ελευθερία τους, καταπιέζουν τις επιθυμίες τους και προσπαθούν να καταλάβουν, να αντισταθούν, να ζήσουν.

Η Μαριόν και ο Μπερνάρ είναι οι τραγικότεροι όλων. Δεν είναι ούτε στιγμή ο εαυτός τους, αλλά παίζουν ρόλους ακόμη και όταν δεν βρίσκονται στη σκηνή.

Αυτή ισοπεδώνεται κάτω από το βάρος όσων προσπαθεί να κρύψει και των αισθημάτων που δεν θέλει να εκδηλώσει. Αυτός φλέγεται από όλα όσα θέλει αλλά οι περιστάσεις του απαγορεύουν να εκφράσει.

Ο Τρυφώ, ένας από τους κορυφαίους ευρωπαίους σκηνοθέτες και αρχικά εκφραστής της γαλλικής νουβέλ βαγκ (στη συνέχεια διαφοροποιείται) δημιούργησε «Το τελευταίο Μετρό» ως δεύτερο μέρος μιας τριλογίας για τις παραστατικές τέχνες. Η πρώτη ταινία είναι η περίφημη «Αμερικανική Νύχτα» (1973), ενώ το τρίτο μέρος της που θα λεγόταν «L’ agence magique», δεν γυρίστηκε ποτέ, λόγω του πρόωρου θανάτου του σκηνοθέτη σε ηλικία 52 χρόνων, το 1984. Όπως λέει ο ίδιος ήθελε να ικανοποιήσει τρία “μακροχρόνια όνειρα” του γυρίζοντας αυτή την ταινία: να τραβήξει τον ενδιαφέρον των θεατών σε όσα συμβαίνουν στο παρασκήνιο ενός θεάτρου, να θυμηθεί το κλίμα της ναζιστικής κατοχής στη Γαλλία και να δώσει στην Deneuve το ρόλο μιας υπεύθυνης γυναίκας. Πραγματικά επιλέγοντας ως κεντρικό πρωταγωνιστικό δίδυμο την πάντα υπέροχη Κατρίν Ντενέβ και τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ, του παλιού καλού καιρού, τότε που δεν γύριζε αρπαχτές για το χρήμα αλλά υπέροχες ταινίες, όπως το «1900» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, και με αρωγό την θαυμάσια φωτογραφία του σπουδαίου Νέστορ Άλμεντρος, δημιουργεί μια κορυφαία καλλιτεχνικά και την πιο επιτυχημένη εμπορικά ταινία του.

Παρόλο που υπάρχουν άμεσες αναφορές, ακόμα και σε υπαρκτά πρόσωπα της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου, η ταινία δεν έχει ως θέμα την Κατοχή στη Γαλλία. Απλά αυτή αποτελεί το κατάλληλο φόντο πάνω στο οποίο ο σκηνοθέτης ξεδιπλώνει μελαγχολικά την αγάπη του για το σινεμά και αναπτύσσει με φρεσκάδα και συγκίνηση την προβληματική του για αγαπημένα του θέματα όπως οι ίντριγκες της σκηνής και των παρασκηνίων, η επιβίωση και ο έρωτας: αυτό το αέναο θεατρικό έργο του παραλόγου.

«Το τελευταίο μετρό» κέρδισε 10 βραβεία Σεζάρ, ανάμεσά τους αυτά της καλύτερης ταινίας και καλύτερου σκηνοθέτη. Είχε επίσης προταθεί για Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας, αλλά έχασε από το σοβιετικό μελό «Η Μόσχα δεν πιστεύει στα Δάκρυα». Μια ακόμα πολιτική σκοπιμότητα για ένα θεσμό που δηλώνει «καθαρά απολιτικός»!

Γαλλία, 1980. Διάρκεια: 130′. Σκηνοθεσία: Francois Truffaut. Σενάριο: Francois Truffaut, Suzanne Schiffman, Jean-Claude Grumberg. Πρωταγωνιστούν: Catherine Deneuve, Gerard Depardieu, Jean Poiret, Andrea Ferreol, Paulette Dubost, Jean Louis Richard, Heinz Bennent. Φωτογραφία: Nestor Almendros. Μουσική: Georges Delerue.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *